Σάββατο 11 Αυγούστου 2012

11 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 480 π.Χ Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΟΥ ΑΡΤΕΜΙΣΙΟΥ

Κατά τη διάρκεια των Περσικών Πολέμων, για πρώτη ουσιαστικά φορά οι στόλοι των Ελλήνων και των Περσών ήλθαν αντιμέτωποι στα στενά του Αρτεμισίου* τον Αύγουστο του 480 π.χ. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ηρόδοτο (Iστoρίαι, Ζ' 176-196, Η' 1-23), το καλοκαίρι του έτους αυτού οι Έλληνες αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν συνδυασμένα τον πολυάριθμο στρατό και στόλο του Ξέρξη στο στενό των Θερμοπυλών και στη θάλασσα του Αρτεμισίου.Ο περσικός στόλος με 1207 πλοία έπλεε κατά μήκος των ακτών της Θεσσαλίας μέχρι τις ακτές του Πηλίου, όπου σε καταιγίδα χάθηκαν 400 πλοία. Το υπόλοιπο τμήμα αγκυροβόλησε στους Αφέτες, περιοχή που ταυτίζεται με τον σημερινό Πλατανιά της Μαγνησίας. Περίπου απέναντι, στην εκτεταμένη παραλία στο σημερινό Πευκί, μπροστά από το ιερό της Αρτέμιδος, ναυλοχούσε ο ελληνικός στόλος, από 271 πλοία. Μολονότι τα περισσότερα πλοία ήταν αθηναϊκά υπό τον Θεμιστοκλή, την αρχηγία του στόλου είχε ο σπαρτιάτης ναύαρχος Ευρυβιάδης. Παράλληλα, οι Πέρσες έστειλαν 200 πλοία να περιπλεύσουν την Εύβοια και να κυκλώσουν τους Έλληνες, όμως σε καταιγίδα τα πλοία χάθηκαν στα κοίλα της Ευβοίας, περιοχή που ταυτίζεται με την ακτή ανάμεσα στην Κύμη και τον Kαφηρέα.Οι δύο στόλοι ήλθαν αντιμέτωποι 3 φορές σε διάστημα 3 ημερών (βλ. σχέδιο), με αμφίρροπο αποτέλεσμα στο ναυτικό πεδίο, με ουσιαστική όμως νίκη των Ελλήνων στο πεδίο της στρατηγικής, καθώς ο ελληνικός στόλος επέτυχε τον σκοπό του: Ο περσικός στόλος δεν μπόρεσε να βοηθήσει τον δοκιμαζόμενο στρατό του Ξέρξη στις Θερμοπύλες, όπου έπρεπε να βρεθεί ένας Εφιάλτης για να νικηθούν οι 300 Σπαρτιάτες του Λεωνίδα και οι 700 Θεσπιείς.Τις παραμονές της ναυμαχίας του Αρτεμισίου ο Ηρόδοτος (1)κάνει καταμέτρηση του ελληνικού στόλου. Ο αριθμός των ελληνικών πλοίων ανήρχετο σε 271 εκτός των πεντηκοντόρων, ενώ καταμετρά 1207 πλοία στη δύναμη του Πέρση βασιλιά Ξέρξη, συζύγου της γραφικής Εσθήρ.Ιδανικός σύμμαχος των Ελληνικών δυνάμεων γίνεται ο καιρός αφού μπουρίνια κατέστρεψαν μεγάλο μερος του Περσικού στόλου, με τον Ευβοέα Σκυλλία να αποδεικνύεται ηρωική φυσιογνωμία καθώς εκπαιδευμένος στην τεχνική των καταδύσεων έκοβε τις άγκυρες από πολλά περσικά πλοία τα οποία συντρίβονταν στα απόκρυμνα βράχια του Πηλίου.
Η ναυμαχία κράτησε 3 μέρες. Όταν έφθασε η είδηση ότι οι Πέρσες διέβησαν τις Θερμοπύλες, οι Έλληνες κατάλαβαν ότι δεν είχε πλέον νόημα η παραμονή του στόλου στην περιοχή του Αρτεμισίου και χωρίς δεύτερη σκέψη κατευθύνθηκαν μέσω του Ευρίπου προς την Αττική. Όταν πληροφορήθηκαν τον απόπλου του ελληνικού στόλου, οι Πέρσες αποβιβάσθηκαν στη Βόρεια Εύβοια και τη λεηλάτησαν επί τρεις ημέρες.Η ναυμαχία του Αρτεμισίου απέβη ιδιαίτερα σημαντική για την εξέλιξη των Περσικών Πολέμων, καθώς η εμπειρία και η γνώση του αντιπάλου που απέκτησαν οι Έλληνες ναυτικοί, όπως και οι σημαντικές απώλειες των Περσών συνετέλεσαν αποφασιστικά στην νικητήρια ναυμαχία της Σαλαμίνος τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους.Μετά τη λήξη του πολέμου οι Αθηναίοι έστησαν τρόπαιο στο ιερό της Αρτέμιδος Προσηώας, όπου αναγραφόταν το επίγραμμα που μας παραδίδει ο Πλούταρχος:Παντοδαπών ανδρών γενεάς Άσίης από χώραςπαίδες Άθηναίων τώδέ ποτ' έν πελάγειναυμαχία δαμάσαντες, έπεί στρατός ώλετο Μήδων,σήματα ταύτ' εθεσαν παρθένω Άρτέμιδι.Δηλαδή:Πολλών εθνών άνδρες από τις χώρες της Ασίας τα παιδιά των Αθηναίων κάποτε σ' αυτό εδώ το πέλαγος κατανίκησαν σε ναυμαχία. Όταν χάθηκε ο στρατός των Περσών έστησαν αυτά τα σήματα (της νίκης τους) προς τιμήν της παρθένου Αρτέμιδος.

(1) Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Μακεδόνες είναι Έλληνες και μάλιστα δωρικής καταγωγής, ίδιου έθνους με τους Σπαρτιάτες, Κορίνθιους κ.α., του έθνους εκείνου που στη μεν Πελοπόννησο λέγεται λέει «δωρικό» και στην Πίνδο «Μακεδνό»«Συγκροτούσαν δε το στόλο (τον ελληνικό στη Μάχη της Σαλαμίνας) οι εξής: Από την Πελοπόννησο οι Λακεδαιμόνιοι με 16 πλοία, οι Κορίνθιοι, με τον ίδιο αριθμό πλοίων, το οποίον έδωσαν και εις το Αρτεμίσιον. Οι Σικυώνιοι, με δέκα πλοία, οι Επιδαύριοι με δέκα, οι Τροιζήνιοι με πέντε, οι Ερμιονείς με τρία. Όλοι αυτοί, εκτός των Ερμιονέων ανήκουν στο Δωρικό και Μακεδνόν έθνος, ελθόντες στην Πελοπόννησο από τον Ερινεόν και την Πίνδον(«εόντες ούτοι πλην Ερμιονέων Δωρικό τε και Μακεδνόν έθνος, εξ Ερινεού τα και Πίνδου»), και το τελευταίον από την Δρυοπίδα. Οι δε Ερμιονείς είναι καθαυτό Δρύοπες τους οποίους εξεσήκωσαν από τη σήμερον λεγόμενη Δωρίδα ο Ηρακλής και οι Μαλιείς. Εκ των Πελοποννησίων αυτοί ήσαν εις το στόλον (δηλαδή τον ελληνικό στη Μάχη της Σαλαμίνας)» (Ηρόδοτος Η, 43)
*Το ακρωτήριο του Αρτεμισίου δεν είναι μόνο γνωστό για τη ναυμαχία που έλαβε χώρα εκεί τον Αύγουστο του 480 π.Χ. μεταξύ των Ελλήνων και των Περσών, αλλά και για δυο μοναδικά χάλκινα αγάλματα, τα οποία ανασύρθηκαν από τη θαλάσσια περιοχή του και αποτελούν δείγματα υψηλής τέχνης. Πρόκειται για το το θεό (Δίας ή Ποσειδώνας) και το λεγόμενο «μικρό ιππέα? του Αρτεμισίου, τα οποία εκτίθενται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα. Η αξία των ευρημάτων αυτών είναι ιδιαίτερα μεγάλη, καθώς είναι από τα λίγα προτότυπα έργα που έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα, και πολύ περισσότερο χάλκικα. Τα χάλκινα έργα τέχνης, όταν πλέον δεν ήταν απαραίτητα στους μεταγενέστερους, μπορούσαν εύκολα να λιώσουν και να χρησιμοποιηθεί το μέταλλό τους για άλλους σκοπούς.Ήταν τον 2ο ή αρχές του 1ου αι. π.Χ. όταν ένα πλοίο με τα δυο αυτά πολύτιμα έργα τέχνης έπλεε στο στενό του Αρτεμισίου, όπου και ναυάγησε. Η χρονολόγηση αυτή προκύπτει από την κεραμική, αγγεία και λυχνάρια που ανασύρθηκαν μαζί με τα αγάλματα. Η πορεία του πλοίου και ο χώρος που ήταν τοποθετημένα τα αγάλματα δεν είναι γνωστός. Αν και θεωρείται ότι ο Δίας ή Ποσειδώνας του Αρτεμισίου έχει κατασκευαστεί στην Αθήνα, δεν είναι απαραίτητο να είχε αφιερωθεί και σε ένα ιερό της Αττικής. Η κεραμική που βρέθηκε ωστόσο μαζί με τα αγάλματα συνδέεται με τη Μικρά Ασία και την Πέργαμο. Το πλοίο πρέπει να κατευθυνόταν είτε από Βορρά προς τη νότια Ελλάδα μέσω του Ευβοϊκού κόλπου είτε αντίστροφα. Στην προσπάθεια των αρχαιολόγων να συνδέσουν το ναυάγιο με διάφορα γνωστά ιστορικά γεγονότα έχουν προταθεί διάφορες απόψεις. Μια από αυτές αναφέρει ότι το πλοίο πιθανόν να μετέφερε λεία από τη Μακεδονία στη Ρώμη μετά την καταστολή της επανάστασης του Ανδρίσκου το 148 π.Χ. από τον Καικίλιο Μέτελλο. Μια δεύτερη άποψη ισχυρίζεται ότι το πλοίο είχε πορεία προς την Πέργαμο με λεία από την Κόρινθο μετά την άλωσή της από το Μόμμιο το 146 π.Χ. Ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει ότι ο Μόμμιος έδωσε τμήμα της λείας σε στρατηγό του Άτταλου Γ΄ Φιλοποιμένα, ο οποίος τη μετέφερε στην Πέργαμο. Κατά των δυο αυτών υποθέσεων στέκεται η χρονολόγηση της κεραμικής που βρέθηκε μαζί με τα αγάλματα και τοποθετείται άργοτερα από τα γεγονότα αυτά.Το Απρίλιο του 1926 πιάστηκε στα δίχτυα ψαράδων από τη Σκιάθο ο αριστερός βραχίωνας του αγάλματος του θεού. Το υπόλοιπο τμήμα του αγάλματος ανασύρθηκε από τον πυθμένα της θάλασας δυο χρόνια αργάτερα και πάλι από ψαράδες και σφουγγαράδες, το Σεπτέμβριο 1928. Το χάλκινο άγαλμα μεταφέρθηκε αμέσως στην Αθήνα. Το Νοέμβριο του 1928 σε έρευνες υπό την αιγίδα πλέον του ελληνικού κράτους ήρθε στο φως το μπροστινό τμήμα του αλόγου και ο μικρός ιππέας. Μικρότερα τμήματα του δεύτερου αγάλματος βρέθηκαν το 1929, ενώ το πίσω μέρος του αλόγου ανασύρθηκε το 1936. Τα ευρήματα μεταφέρθηκαν στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου συντηρήθηκαν, ενώ τα χάλκινα αγάλματα αποτελούν από τότε δυο από τα κυριότερα εκθέματα του μουσείου.

Οι Έλληνες αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν συνδυασμένα τον πολυάριθμο στρατό και στόλο του Ξέρξη στο στενό των Θερμοπυλών και στη θάλασσα του Αρτεμισίου( το στενό των Θερμοπυλών είναι στον κύκλο και το Αρτεμίσιο απέναντι στην ΒΑ. Εύβοια ).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου