Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

ΑΜΦΙΠΟΛΗ


Η Αμφίπολη ήταν αρχαία πόλη χτισμένη στην ανατολική Μακεδονία, στις όχθες του ποταμού Στρυμώνα, στη θέση πόλης που παλαιότερα ονομαζόταν "Εννέα Οδοί" ή πολύ κοντά σε αυτήν. Η Αμφίπολη ιδρύθηκε από Αθηναίους το 437 π.Χ. με στόχο τον έλεγχο της πλούσιας σε πρώτες ύλες περιοχή και εγκαταλείφθηκε οριστικά τον 8ο αιώνα μ.Χ. Σήμερα στην περιοχή είναι χτισμένος ο ομώνυμος σύγχρονος οικισμός, που βρίσκεται περίπου 60 χλμ. νοτιοανατολικά των Σερρών.

Ιστορία
Πρώιμη ιστορία
Η αρχαιολογική έρευνα έχει αποκαλύψει ερείπια ανθρώπινης εγκατάστασης που χρονολογούνται γύρω στο 3.000 π.Χ. Εξαιτίας της στρατηγικής της θέσης η περιοχή είχε οχυρωθεί από πολύ νωρίς Το 480 π.Χ. ο Ξέρξης περνώντας από την περιοχή έθαψε ζωντανούς εννέα νεαρούς άντρες και εννέα παρθένες ως θυσία σε ποτάμιο θεό. Ένα χρόνο μετά στην Αμφίπολη ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αλέξανδρος Α΄ νίκησε τα υπολείμματα του στρατού του Ξέρξη.
Κλασική και ελληνιστική περίοδος
Τον 5ο αιώνα π.Χ. οι Αθηναίοι επιχείρησαν να αποικίσουν την περιοχή που είχε άμεση πρόσβαση σε σημαντικές πρώτες ύλες, όπως ο χρυσός και ο άργυρος του Παγγαίου και τα πυκνά δάση της περιοχής -τα τελευταία ενδιέφεραν του Αθηναίους για την ξυλεία τους. Η πρώτη απόπειρα της Αθήνας, Το 465 π.Χ, να αποικήσει την περιοχή απέτυχε Θράκες πελταστές συνέτριψαν στον Δραβήσκο την οπλιτική φάλαγγα 2.500-3.000 Αθηναίων αποίκων της πόλης των Εννέα Οδών, οι οποίοι προχωρούσαν στη θρακική ενδοχώρα με σκοπό την κατάληψη των προσοδοφόρων χρυσωρυχείων της.. Η Αθήνα επανήλθε την εποχή του Περικλή, το 437 π.Χ. ιδρύοντας την Αμφίπολη. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη η πόλη ονομάστηκε έτσι επειδή ο ποταμός Στρυμώνας ρέει γύρω από την πόλη περιβάλλοντάς την, αλλά για την ετυμολογία υπάρχουν και άλλες θεωρίες.
Στην συνέχεια η Αμφίπολη έγινε η κύρια βάση των Αθηναίων στην Θράκη και στόχος των Σπαρτιατών. Κατά την διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου οι Σπαρτιάτες κατέλαβαν την πόλη. Για την σωτηρία της πόλης στάλθηκε από τους Αθηναίους μία αποστολή υπό την ηγεσία του Θουκυδίδη, (του μετέπειτα ιστορικού). Η αποστολή απέτυχε, γεγονός που οδήγησε τον Θουκυδίδη στην εξορία. Στην συνέχεια στάλθηκε ο Κλέων ο οποίος σκοτώθηκε κατά τη μάχη της Αμφίπολης, μίας σφοδρής σύγρουσης στην οποία βρήκε τον θάνατο και ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας. Με την Ειρήνη του Νικία ή Νικίειο ειρήνη, η Σπάρτη δεσμευόταν να αποδώσει την Αμφίπολη στην Αθήνα, κάτι που δεν έγινε και αποτέλεσε σημείο νέων τριβών και ένα από τα θέματα που στάθηκαν αιτία να παραβιαστεί η ειρήνη και να ξαναρχίσει ο Πελοποννησιακός Πόλεμος
Οι Αθηναίοι δεν κατάφεραν να ανακαταλάβουν την πόλη ξανά παρά τις πολλές απόπειρες που έκαναν τα επόμενα χρόνια. Τελευταία ήταν το 358 π.Χ. η οποία δεν είχε αίσια έκβαση γι’ αυτούς και έναν χρόνο μετά η πόλη καταλήφθηκε από τον Φίλιππο και έγινε μέρος του Βασιλείου των Μακεδόνων. Ο Φίλιππος φρόντισε να μεταφέρει εκεί μεγάλο αριθμό υπηκόων του για να αλλάξει τη σύσταση του πληθυσμού προς όφελός του. Την περίοδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου η Αμφίπολη και το επίνειό της στο Αιγαίο είχαν εξελιχθεί σε πολύ σημαντική ναυτική βάση των Μακεδόνων, και γενέτειρα τριών σημαντικών ναυάρχων, του Νέαρχου, του Ανδροσθένη και του Λαομέδοντα. Από εκεί ξεκίνησε και ο στόλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου για την Ασία. Στην ελληνιστική εποχή, άποικοι από την πόλη ίδρυσαν -με προτροπή του Σελεύκου- μια ομώνυμη πόλη στις όχθες του Ευφράτη, επί της παλαιοτέρας αραμαϊκής Θαψάκου.
Ρωμαϊκή και Βυζαντινή περίοδος
Με την πτώση του Μακεδονικού Βασιλείου από τους Ρωμαίους η Αμφίπολη έγινε μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η πόλη ορίστηκε πρωτεύουσα μίας από τις τέσσερις διοικητικές περιφέρεις στις οποία χώρισαν οι Ρωμαίοι την Μακεδονία, τις επονομαζόμενες μερίδες. Η μερίδα της Αμφίπολης στην συνέχεια ενσωματώθηκε στην επαρχία της Θράκης. Από την πόλη διερχόταν η περίφημη Εγνατία οδός.
Τα τελευταία χρόνια της αρχαιότητας η Αμφίπολη ευνοήθηκε από την οικονομική ανάπτυξη της Μακεδονίας, κάτι που μαρτυρούν και οι πολλές εκκλησίες της πόλης. Στην Αμφίπολη ανασκάφηκαν εντυπωσιακές σε μέγεθος και διακόσμηση εκκλησίες του 5ου και 6ου αιώνα μ.Χ. Μετά τις επιδρομές των Σλάβων στα τέλη του 6ου αιώνα μ.Χ. η Αμφίπολη ερήμωσε σταδιακά για να εγκαταλειφθεί εντελώς τον 8ο αιώνα όταν οι περισσότεροι κάτοικοι κατέφυγαν στην κοντινή παραθαλάσσια πόλη Ηιώνα (ϊών) που πλέον είχε μετονομαστεί από τους Βυζαντινούς σε Χρυσόπολη.

Κυριακή 26 Αυγούστου 2012

ΙΔΟΜΕΝΕΑΣ


Ο Ιδομενέας, γιος του Δευκαλίωνα και εγγονός του Μίνωα, είχε έρθει από την Κρήτη. Ήταν αρχηγός ογδόντα πλοίων επανδρωμένων από τις εκατό πολιτείες της Κρήτης. Αν και ήταν ήδη μεσήλικας, συνέβαλε σημαντικά στην απόκρουση της επίθεσης κατά του στόλου των Αχαιών σκοτώνοντας πολλούς Τρώες.
Συναρχηγός του κρητικού στόλου ήταν ο ανιψιός του Ιδομενέα, ο Μηριόνης. Σκότωσε κι αυτός πολλούς Τρώες. Ιδιαίτερα όμως ξεχώρισε, όταν σήκωσε το νεκρό Πάτροκλο μαζί με τον Μενέλαο, για να τον μεταφέρει στο στρατόπεδο. Στους επιτάφιους αγώνες που ακολούθησαν, ήρθε πρώτος στην τοξοβολία και τέταρτος στην αρματοδρομία.
Ο Μαχάονας και ο Ποδαλείριος ήταν γιοι του Ασκληπιού. Είχαν αναλάβει την ιατρική περίθαλψη των Αχαιών πολεμιστών. Φαίνεται ότι η ειδικότητα του Μαχάονα ήταν η τραυματολογία, ενώ ο Ποδαλείριος είχε ειδικευτεί στη γενική παθολογία. Όταν λοιπόν πληγώθηκε ο Μενέλαος από τα βέλη του Πάνδαρου, έστειλε αμέσως ο Αγαμέμνονας τον κήρυκα Ταλθύβιο να φέρει τον Μαχάονα για να περιποιηθεί το τραύμα. Κι εκείνος έβγαλε το βέλος από την πληγή, ρούφηξε το αίμα κι έβαλε καταπραϋντικά βότανα στο τραύμα.Τα δυο αδέρφια ωστόσο δεν περιορίζονταν μόνο στα ιατρικά τους καθήκοντα. Είχαν άλλωστε έρθει στην Τροία ως αρχηγοί τριάντα πλοίων. Η θέση τους όμως στο αχαϊκό στρατόπεδο ήταν ξεχωριστή και οι Αχαιοί έτρεμαν στη σκέψη ότι θα μπορούσαν να χάσουν τον έναν από τους δυο γιατρούς τους. Έτσι, όταν ο Πάρης πλήγωσε τον Μαχάονα στον ώμο με βέλος, τον φορτώνει αμέσως ο Ιδομενέας στο άρμα του Νέστορα για να μεταφερθεί γρήγορα σε ασφαλές μέρος και να περιποιηθούν το τραύμα του.

ΑΠΟΙΚΙΕΣ

Αποικίες στην Μακεδονία και στην Θράκη 

Στην Βόρεια Ελλάδα ιδρύθηκαν πολλές αποικίες κυρίως στην περιοχή της Χαλκιδικής αλλά και στην περιοχή της Θράκης. Η Χαλκιδική αποικίστηκε από Ευβοείς, κυρίως από την Χαλκίδα. Στις αποικίες αυτές όφειλε το όνομά της. Σημαντικότερες αποικίες των Ευβοέων στην Χαλκιδική ήταν η Όλυνθος (στον αποικισμό της συμμετείχαν και Αθηναίοι), η Τορώνη, η Μένδη, η Σερμύλη, ή Άφυτις και οι Κλεώνες στην χερσόνησο του Άθου. Άλλες σημαντικές αποικίες στην Χαλκιδική ήταν η Άκανθος , αποικία που ίδρυσαν άποικοι από την Άνδρο και η Ποτίδαια, αποικία της Κορίνθου.
Στην περιοχή της Θράκης οι περισσότερες αποικίες ιδρύθηκαν από Ίωνες από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Σημαντικότερες αποικίες ήταν η Μαρώνεια και τα Άβδηρα . Οι Μιλήσιοι ίδρυσαν επίσης στα στενά του Ελλήσποντου τις πόλεις Άβυδος και Καρδία και στην Προποντίδα την Ραιδεστό. Οι Σάμιοι αποίκισαν το νησί της Σαμοθράκης, γεγονός στο οποίο οφείλει το όνομά της. Τέλος οι Πάριοι αποίκησαν την Θάσο με αρχηγό οικιστή τον πατέρα του ποιητή Αρχίλοχου
Αποικίες στο Ιόνιο και στην Ιλλυρία
Η περιοχή του Ιονίου και της Ιλλυρίας αποικίστηκε αποκλειστικά σχεδόν από Κορινθίους. Οι Κορίνθιοι ίδρυσαν σημαντικές αποικίες κατά μήκος του θαλάσσιου δρόμου προς την Κάτω Ιταλία και την δύση με τις οποίες πέτυχαν να γίνουν κυρίαρχοι στο εμπόριο της δυτικής πλευράς της Μεσογείου. Σημαντικότερες αποικίες των Κορινθίων ήταν η Λευκάδα, ο Αστακός, το Ανακτόριο, το Άκτιο, η Αμβρακία, και η Κέρκυρα. Οι Κορίνθιοι ίδρυσαν ακόμα δύο σημαντικές αποικίες στην Ιλλυρία που εξελίχθηκαν σε σημαντικές πόλεις, την Απολλωνία και την Επίδαμνο.

Αποικίες στην Κάτω Ιταλία

Οι πρώτοι που αποίκησαν την Κάτω Ιταλία ήταν οι Ευβοείς, οι οποίοι με εκκίνηση τις Πιθηκούσσες (στο νησί Ίσχια) ίδρυσαν μια σειρά από πόλεις στην περιοχή. Δεύτερη πόλη που ίδρυσαν ήταν η Κύμη, σχεδόν απέναντι από την Ίσχια. Άποικοι από την Κύμη ίδρυσαν στην Σικελία την Ζάγκλη και στην απέναντι ακτή το Ρήγιο. Οι Ευβοείς ίδρυσαν ακόμα την πόλη Νάξο η οποία έγινε η βάση για την ίδρυση των πόλεων Λεοντίνοι, Ταυρομένιο και Κατάνη.
Η ισχυρότερη αποικία της Σικέλίας ήταν οι Συρακούσες, αποικία των Κορινθίων τον 8ο αιώνα π.Χ. Την ίδια περίοδο περίπου άποικοι από την περιοχή της Αχαΐας ίδρυσαν τις πόλεις Σύβαρη και Κρότωνα στον κόλπο του Τάραντα αλλά και το Μεταπόντιο στην ίδια περιοχή. Στην ίδια περιοχή φυγάδες από την Σπάρτη ίδρυσαν τον Τάραντα που εξελίχθηκε σε μία από τις ισχυρότερες πόλεις της περιοχής. Άλλα ελληνικά κράτη που ίδρυσαν αποικίες στην Κάτω Ιταλία ήταν τα Μέγαρα που ίδρυσαν τα Μέγαρα Υβλαία και τον Σελινούντα, η Φώκαια ίδρυσε την Ελέα, οι Ρόδιοι που ίδρυσαν την Γέλα μαζί με Κρήτες και τη Μελιγουνίδα (Λιπάρα) μαζί με Κνιδίους, καθώς και οι Λοκροί που ίδρυσαν τους Επιζεφύριους Λοκρούς στην Σικελία.
Πολλές αποικίες της περιοχής έγιναν με την σειρά τους μητροπόλεις για νέες αποικίες όπως οι Συρακούσσες που ίδρυσαν την πόλη Καμάρινα στα νότια της Σικελίας ή η Ζάγκλη που πρωτοστάτησε στην ίδρυση της αποικίας Ιμέρα. Επίσης η Νάξος όπως είδαμε παραπάνω συμμετείχε στην ίδρυση πολλών αποικιών ενώ η πολή Σύβαρη ίδρυσε την αποικία Ποσειδωνία στα βόρειά της. Η πόλη Γέλα που ήταν αποικία Ροδίων και Κρητικών ίδρυσε την πόλη του Ακράγαντα.
Αποικίες στην Μαύρη Θάλασσα και στην Προποντίδα
Στον αποικισμό της Μαύρης Θάλασσας πρωτοστάτησαν οι Μεγαρείς και κάποιες Ιωνικές πόλεις όπως η Μίλητος, η Φώκαια και η Τέως. Οι περισσότερες αποικίες στην περιοχή του Πόντου και της Προποντίδας ιδρύθηκαν τον 7ο αιώνα π.Χ. Στην περιοχή της Προποντίδας οι Μεγαρείς ίδρυσαν τις πόλεις Αστακό, Χαλκηδόνα και Βυζάντιο σε ιδιαίτερα προνομιακές θέσεις. Η Μίλητος ίδρυσε την Κύζικο και οι Φωκαείς την Λάμψακο.
Στην περιοχή του Εύξεινου πόντου στις δυτικές ακτές οι Μεγαρείς ίδρυσαν τις πόλεις Σηλυμβρία και πολύ αργότερα την Μεσημβρία. Λίγο βορειότερα στην περιοχή της σημερινής Ρουμανίας οι Μιλήσιοι ίδρυσαν τις πόλεις Ίστρια και Οργάμη. Μία ακόμα πόλη που ίδρυσε η Μίλητος στην δυτική ακτή του Εϋξεινου Πόντου ήταν η Απολλωνία. Στα νότια του Εϋξεινου πόντου σημαντικότερη αποικία ήταν η Σινώπη που σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη ήταν αποικία της Μιλήτου. Η ακριβής χρονολογία ίδρυσής της δεν είναι σήμερα γνωστή αλλά φαίνεται πως ιδρύθηκε κατά στα μέσα περίπου του 7ου αιώνα π.Χ. Η Σινώπη με την σειρά της ίδρυσε στην περιοχή του Πόντου τις πόλεις Τραπεζούντα, Κερασούντα, Κύτωρο, Κοτύωρα, Κρώμνα, Πτέριον, Τίειον κ.α. Σημαντική πόλη που ιδρύθηκε στην νότια ακτή του Εύξεινου Πόντου ήταν επίσης η Μεγαρική αποικία Ηράκλεια που ιδρύθηκε στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ..
Στην βόρεια ακτή της Μαύρης Θάλασσας κυριάρχησε η Μίλητος. Οι αποικίες της Μιλήτου σ' αυτή την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας ήταν η Ολβία και το Παντικάπαιο (σημερινό Κερτς). Κατά την διάρκεια του 6ου αιώνα π.Χ. οι Μιλήσιοι ίδρυσαν στην περιοχή της σημερινής Ουκρανίας την Οδησσό. Βορειότερα από τις εκβολές του Δούναβη οι Έλληνες αποίκησαν ένα νησάκι, το σημερινό Μπερεζάν (πιθανόν τότε να ήταν χερσόνησος). Αυτό βρίσκεται στις εκβολές των ποταμών Μπουγκ (για τους αρχαίους Έλληνες, ποταμός Ύπανις) και Δνείπερου (οι αρχαίοι τον όνόμαζαν Βαρυσθένη). Η νησίδα ή χερσόνησος ονομαζόταν από τους αρχαίους Βαρυσθενίδα. Απέναντι από αυτήν, βρισκόταν ήδη ή οικοδομήθηκε αργότερα η Ολβία. Δίπλα στην Ολβία οικοδομήθηκε άλλη μία ελληνική αποικία -αυτή είχε ως μητρόπολη την Ιστρία.
Στη χερσόνησησο της Κριμαίας (οι Ελληνες τότε την ονόμαζαν Ταυρική Χερσόνησο ή Χερσόνησο των Ταύρων) ιδρύθηκαν επίσης οι πόλεις Συμφερόπολη (κοντά στο σημερινό Ζολοτόι), Νυμφαίον και Ερμώνασσα (κοντά στο σημερινό Κεκουβάτσκ). Στην Αζοφική Θάλασσα (Μαιώτιδα Λίμνη για τους αρχαίους) ιδρύθηκε η Ταναϊδα (στο Ροστόφ), η Τυριτάκη, το Μυρμήκιον, η Κερκίνη και η Φαναγορεία -η τελευταία ήταν αποικία Τηίων.
Στα ανατολικά παράλια που ανήκαν στην αρχαία Κολχίδα και τα οποία σήμερα στο μεγαλύτερο μέρος τους ανήκουν κυρίως στη Γεωργία και στην αυτόνομη περιοχή της Αμπχαζίας,Έλληνες ίδρυσαν την πόλη Φάσι και τη Διουσκουριάδα. Η τελευταία ονομάστηκε Σεβαστούπολη από τους Ρωμαίους και τους Βυζαντινούς και εκεί βρίσκεται σήμερα το Σουχούμι) -τα ερείπια των αρχαίων και βυζαντινών κτισμάτων βρίσκονται κυρίως κάτω από το νερό πλέον.
Αποικίες στην υπόλοιπη Μεσόγειο


Ο Οδυσσέας στο νησί των Σειρήνων. Η Οδύσσεια αποτύπωνε στοιχεία αυτής της περιόδου
Οι ελληνικές αποικίες εξαπλώθηκαν μέχρι την Ισπανία και την βόρεια Αφρική. Στην Βόρεια Αφρική, στην χερσόνησο της Κυρηναϊκής άποικοι από την Θήρα, ίδρυσαν την Κυρήνη, που εξελίχθηκε σε πολύ ισχυρή πόλη της περιοχής. Άλλες αποικίες στην Κυρηναϊκή που αποτέλεσαν αργότερα μαζί με την Κυρήνη την Κυρηναϊκή Πεντάπολη ήταν η Βάρκη, οι Ευεσπερίδες (στην θέση της σημερινής Βεγγάζης), η Ταύχειρα και η Απολλωνία.
Στην βόρεια πλευρά της Μεσογείου οι Φωκαείς, ίδρυσαν στις ακτές της Γαλλίας την Μασσαλία. Η Μασσαλία με την σειρά της έγινε βάση για την ίδρυση ακόμα πιο απομακρυσμένων αποικιών στην περιοχή της Ισπανίας. Η Φώκαια ίδρυσε επίσης στην Κορσική την πόλη Αλαλία και στην Σαρδηνία την Ολβία. Οι Φωκαείς έφτασαν μέχρι τις ακτές της Ιβηρικής χερσονήσου. Όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, ένας τοπικός βασιλιάς προσκάλεσε τους Φωκαείς να ιδρύσουν μία αποικία στην περιοχή και τους παρείχε χρηματική βοήθεια για την οχύρωση της πόλης. Οι Φωκαείς στην περιοχή αυτή ίδρυσαν το Εμπόριο και αργότερα το ακόμα πιο απομακρυσμένο Ημεροσκοπείον.
Κατά τα μέσα του 7ου αιώνα ιδρύθηκε και η μοναδική ελληνική αποικία στην Αίγυπτο, ή Ναύκρατη. Ο Φαραώ Ψαμμήτιχος Α΄ της Αιγύπτου παραχώρησε σε Μιλήσιους εμπόρους μία έκταση στις όχθες του Νείλου για να ιδρύσουν έναν εμπορικό σταθμό ο οποίος εξελίχθηκε σε ακμάζουσα πόλη μέχρι την Περσική εισβολή στην Αίγυπτο το 525 π.Χ.

Παρασκευή 24 Αυγούστου 2012

ΝΕΣΤΟΡΑΣ


Ο Νέστορας, ο γιος του Νηλέα, ήταν βασιλιάς της Πύλου και είχε ακολουθήσει τους Αχαιούς στον πόλεμο, αν και ήταν ήδη σε προχωρημένη ηλικία. Ο δικός του ρόλος στη διεξαγωγή του πολέμου δεν είναι να πολεμά με το σώμα αλλά με το μυαλό, με την πολύχρονη πείρα του. Είναι ο συμβουλάτορας, ο καθοδηγητής, ο άνθρωπος που προσπαθεί να αμβλύνει τις διαφορές μεταξύ των Αχαιών ηγεμόνων. Έφερε μαζί του στην Τροία ενενήντα πλοία, αλλά πιο πολύ υπολογίζουν οι Αχαιοί σ' αυτόν τον ίδιο, στην προσωπικότητά του.
Όταν ξέσπασε η κρίση ανάμεσα στον Αγαμέμνονα και στον Αχιλλέα, ο Νέστορας ρίχνει το φταίξιμο και στους δύο και τονίζει πως η στάση τους αυτή μόνο τους Τρώες ωφελεί και κανέναν άλλο. Όταν αργότερα οι Τρώες εκμεταλλευόμενοι την απουσία του Αχιλλέα περνούν στην αντεπίθεση και στριμώχνουν τους Αχαιούς, ο Νέστορας έπεισε τον Αγαμέμνονα να στείλει πρεσβεία στον Αχιλλέα προσφέροντάς του απόλυτη ικανοποίηση για την προσβολή που του έγινε. Όταν ο Έκτορας προκάλεσε έναν από τους Αχαιούς ηγεμόνες να μονομαχήσει μαζί του και κανένας δεν τολμούσε, ο Νέστορας με τα εύστοχα λόγια του κατάφερε να ξεσηκώσει εννιά από αυτούς να τον αντιμετωπίσουν. Ο Νέστορας πρότεινε ακόμη να κάνουν ανακωχή με τους Τρώες για να θάψουν τους νεκρούς, αλλά και για να προλάβουν οι Αχαιοί να χτίσουν τείχος γύρω από τα καράβια τους.
Όταν πάλι οι Αχαιοί κινδύνεψαν πολύ σοβαρά, ο Νέστορας ζήτησε από τον Πάτροκλο να πείσει τον Αχιλλέα να πολεμήσει ή τουλάχιστον να πολεμήσει ο ίδιος ο Πάτροκλος με τα όπλα του Αχιλλέα και το στρατό των Μυρμιδόνων, για να ανακόψουν την ορμή των Τρώων.
Αλλά και στους επιτύμβιους αγώνες για τον Πάτροκλο έδωσε ακριβείς οδηγίες στον Αντίλοχο, το γιο του, για να προβάλει σοβαρές αξιώσεις για νίκη στην αρματοδρομία. Ο ίδιος δεν μπορεί βέβαια να λάβει μέρος στους αγώνες λόγω της ηλικίας του. Ο Αχιλλέας του χαρίζει ωστόσο τιμητικά μια κούπα.
Αν και ο ίδιος ο Νέστορας δεν μπορούσε να πολεμήσει, είχε φέρει μαζί του το γιο του, τον Αντίλοχο, που συμμετέχει στις μάχες και σκοτώνει αρκετούς Τρώες. Ο Αντίλοχος ανακοινώνει στον Αχιλλέα το χαμό του Πάτροκλου. Στους επιτάφιους αγώνες που ακολουθούν καταφέρνει να ξεπεράσει με δόλο τον Μενέλαο στην αρματοδρομία. Με τους εξαίρετους τρόπους του όμως καταφέρνει να τον εξευμενίσει. Μετά το θάνατο του Πάτροκλου ο Αντίλοχος γίνεται ο πιο στενός φίλος του Αχιλλέα.

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΠΟΙΚΙΣΜΟΣ


Δεύτερος ελληνικός αποικισμός ονομάστηκε η οργανωμένη αποικιακή εξάπλωση των αρχαίων Ελλήνων στον χώρο της Μεσογείου και της Μαύρης θάλασσας, κατά την περίοδο του 8ου, του 7ου και του 6ου αιώνα π.Χ. Ο αποικισμός αυτός διέφερε από τον πρώτο αποικισμό γιατί αποτέλεσε οργανωμένη επιχείρηση από την μητρόπολη σε αντίθεση με την απλή μετακίνηση φυλών που συντελέστηκε κατά τον πρώτο αποικισμό. Πολλές αποικίες που ιδρύθηκαν αυτή την περίοδο εξελίχθηκαν σε πόλεις ισχυρές και έγιναν ανεξάρτητες από την μητρόπολη.

Τα αίτια του αποικισμού


Αρχαίο ελληνικό πλοίο σε αγγείο
Τα αίτια του δεύτερου αποικισμού είχαν να κάνουν με την δημογραφική έκρηξη αυτής της περιόδου, την ανάπτυξη του εμπορίου, την ανάγκη για εξασφάλιση περισσότερων πρώτων υλών αλλά και με πολιτικά γεγονότα της περιόδου που οδήγησαν ομάδες πληθυσμού στην εξορία. Η αύξηση του πληθυσμού δημιούργησε στενότητα χώρου και περιορισμό των καλλιεργήσιμων εκτάσεων που αναλογούσαν σε κάθε πολίτη κάτι που ενίσχυσε την ανάγκη για εγκατάσταση μέρους του πληθυσμού σε άλλη περιοχή. Η περιοχή εγκατάστασης που διέθετε ανεκμετάλλευτους πόρους θα μπορούσε επίσης να προμηθεύει την μητρόπολη με μέρος των αγαθών που θα παρήγαγε. Η ανάπτυξη του εμπορίου ήταν από τα σημαντικότερα κίνητρα ίδρυσης αποικιών. Οι αποικίες αυτές θα δημιουργούσαν νέες αγορές, θα προμήθευαν την μητρόπολη με σημαντικές πρώτες ύλες και θα αποτελούσαν σημαντικούς ενδιάμεσους σταθμούς στα μακρινά εμπορικά ταξίδια της εποχής. Τέλος η ταραγμένη πολιτική κατάσταση σε πολλές πόλεις με την εγκαθίδρυση τυραννικών πολιτευμάτων οδηγούσε τους πολιτικούς αντιπάλους στην εξορία και στην αναζήτηση νέου τόπου εγκατάστασης.

Χαρακτηριστικά του αποικισμού

 Αργοναυτική εκστρατεία. Ο μύθος θεωρείται πως σχετίζεται με τα τολμηρά ναυτικά ταξίδια αυτής της περιόδου
Η ίδρυση των αποικιών ήταν αποτέλεσμα οργανωμένης επιχείρησης. Η αποστολή οργανωνόταν από τη μητρόπολη, ενώ σε πολλές περιπτώσεις συνεργάζονταν περισσότερες πόλεις. Η θέση της αποικίας επιλεγόταν προσεκτικά με στόχο να προσφέρει εμπορικά πλεονεκτήματα αλλά και ασφάλεια απέναντι σε επιδρομείς. Για να δημιουργηθεί ένα αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνης σχετικά με τη θέση της νέας αποικίας απέδιδαν την επιλογή της θέσης σε χρησμό του μαντείου των Δελφών. Η αποστολή διέθετε πάντα έναν αρχηγό που ονομαζόταν οικιστής. Στις νέες πόλεις οι άποικοι μοιράζονταν τη γη, συνήθως με κλήρωση. Το σύστημα εξουσίας που διαμορφωνόταν θύμιζε συνήθως αυτό που ίσχυε στη μητρόπολη.

Χρονικό

Πρώτοι ιδρυτές αποικιών ήταν οι Ευβοείς που ίδρυσαν αποικίες κατά τις αρχές του 8ου αιώνα π.Χ. στην Κάτω Ιταλία και στην Χαλκιδική. Τα δύο ισχυρά κράτη τις Εύβοιας, η Χαλκίδα και η Ερέτρια ίδρυσαν πολυάριθμες αποικίες στην Χαλκιδική με σημαντικότερη την Όλυνθο και ήταν οι πρώτοι που αποίκησαν την Κάτω Ιταλία. Πρώτη αποικία που ίδρυσαν εκεί ήταν οι Πιθηκούσσες στο νησί Ίσκια. Στην συνέχεια ίδρυσαν τις αποικίες Κύμη, Ζάγκλη, Ρήγιο και Νάξο. Στα τέλη του 8ου αιώνα η Εύβοια πέφτει σε παρακμή με το ξέσπασμα του Ληλάντιου πολέμου και την σκυτάλη της ίδρυση αποικιών την πήραν άλλες ελληνικές πόλεις. Κατά τον 7ο αιώνα ιδρύονται πολυάριθμες αποικίες στο Ιόνιο, στην Κάτω Ιταλία, στην Θράκη και στην Μάυρη Θάλασσα. Ελληνικές αποικίες ιδρύθηκαν ακόμα και στις Μεσογειακές ακτές της Γαλλίας, στην Κυρρηναϊκή χερσόνησο στην Αφρική αλλά και στην Αίγυπτο. Στην αποικιακή εξάπλωση αυτή πρωτοστάτησαν πόλεις όπως η Κόρινθος, η Μίλητος, τα Μέγαρα και η Φώκαια.

Τετάρτη 15 Αυγούστου 2012

15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 718 ΟΙ ΑΡΑΒΕΣ ΛΥΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ

Η δεύτερη αραβική πολιορκία της Κωνσταντινούπολης ήταν πολύ πιο σοβαρή από την πρώτη, καθώς ήταν μια άμεση, καλά σχεδιασμένη απόπειρα να καταληφθεί η βυζαντινή πρωτεύουσα: το 717-718 οι Άραβες προσπάθησαν να αποκλείσουν την πόλη από κάθε πλευρά, ενώ το 674-678 είχαν αρκεστεί σε έναν μάλλον χαλαρό αποκλεισμό. Ήταν μια προσπάθεια από πλευράς του Χαλιφάτου να κοπεί η "κεφαλή" της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μετά την οποία οι υπόλοιπες επαρχίες, ειδικά στην Μικρά Ασία, θα έπεφταν εύκολα. Η αποτυχία της επιχείρησης οφειλόταν πρωτίστως στην απόσταση των Αράβων από τις βάσεις εξόρμησής τους στη Συρία, που δεν επέτρεπε τον επαρκή εφοδιασμό τους. Επιπλέον, η υπεροχή του βυζαντινού ναυτικού, το υγρό πυρ, η ισχύς των Θεοδοσιανών Τειχών, καθώς και η ικανότητα του Λέοντα Γ' στην εξαπάτηση και τις διαπραγματεύσεις έπαιξαν σημαντικό ρόλο.

Η αποτυχία της πολιορκίας είχε μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη φύση της αραβοβυζαντινής αναμέτρησης. Ο ισλαμικός στόχος της κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης ουσιαστικά εγκαταλείφθηκε, και το σύνορο μεταξύ των δυο κρατών σταθεροποιήθηκε στη γραμμή των βουνών του Ταύρου και του Αντίταυρου. Και οι δυο πλευρές συνέχισαν να διεξάγουν έναν αδιάκοπο πόλεμο με επιδρομές εκατέρωθεν των βουνών, όπου τα συνοριακά φρούρια άλλαζαν συχνά χέρια, αλλά το γενικό περίγραμμα του συνόρου παρέμεινε αναλλοίωτο για δυο αιώνες, μέχρι την έναρξη των βυζαντινών κατακτήσεων το 10ο αιώνα. Για τους Μουσουλμάνους ειδικότερα, η διεξαγωγή των επιδρομών αυτών απέκτησε σχεδόν τελετουργικό χαρακτήρα, ως μια επιβεβαίωση του συνεχιζόμενου Ιερού Πολέμου, καθώς και του ρόλου του χαλίφη ως ηγέτη της μουσουλμανικής κοινότητας.

Η πολιορκία είχε επίσης σημαντική μακροϊστορική σημασία. Η επιβίωση της βυζαντινής πρωτεύουσας σήμαινε ότι η Αυτοκρατορία θα συνέχιζε να παίζει το ρόλο του προπυργίου έναντι της ισλαμικής επέκτασης στην Ευρώπη μέχρι τον 15ο αιώνα, οπότε και έπεσε στους Οθωμανούς. Μαζί με τη Μάχη του Πουατιέ, η επιτυχής άμυνα της Κωνσταντινούπολης ανέκοψε την ισλαμική επέκταση στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τον Βρετανό ιστορικό Πωλ Κ. Ντέιβις, «Αποκρούοντας την μουσουλμανική εισβολή, η Ευρώπη έμεινε σε χριστιανικά χέρια, και δεν απειλήθηκε ξανά σοβαρά από τους Μουσουλμάνους έως τον 15ο αιώνα. Η νίκη αυτή, μαζί με την νίκη των Φράγκων στο Πουατιέ (732), περιόρισε τη δυτική εξάπλωση του Ισλάμ στον κόσμο της νότιας Μεσογείου», ενώ η Ελληνίδα ιστορικός Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ γράφει ότι «Εσωτερικοί λόγοι του μουσουλμανικού κόσμου...και κυρίως...το στρατιωτικό έργο των εικονομάχων αυτοκρατόρων…εξηγούν την παρακμή των Αράβων...Κατά τον ένατο αιώνα η βυζαντινή εξουσία επιβάλλεται στην Ανατολή -οι Άραβες δεν θα μπορέσουν ποτέ πια ν’ απειλήσουν την Κωνσταντινούπολη».

Κυριακή 12 Αυγούστου 2012

12 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1376 ΑΝΑΡΧΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ Ο ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ Δ΄ Ο ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ

Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ανδρόνικος Δ' Παλαιολόγος (1348-1385, βασιλεία: 1376-1379) υπήρξε πρωτότοκος υιός του Ιωάννη Ε' και της Ελένης Καντακουζηνής, άνθρωπος με ακτινοβολούσα, λαοφιλή αλλά και κενόδοξη προσωπικότητα, που αδημονούσε για την αυτόνομη άσκηση της εξουσίας, μιας και ο πατέρας του ήταν μόλις 16 χρόνια μεγαλύτερός του. Είχε νυμφευθεί την κόρη του Βουλγάρου τσάρου Ιβάν Αλεξάνδρου, Μαρία Κυράτζα και διατηρούσε φιλικές σχέσεις με το διάσημο αστρολόγο Αβράμιο.
Πριν την ανταρσία 
Ο Ανδρόνικος αρχικά επιχείρησε να εκμεταλλευτεί την απουσία του πατέρα του σε διπλωματική περιοδεία στο εξωτερικό έως το 1369. Οι αποτυχημένες διαπραγματεύσεις με τον Ούγγρο ηγεμόνα Λουδοβίκο, η αισχρή για το λαό υποταγή του Ιωάννη στον πάπα Ουρβανό και η ένδεια του αυτοκράτορα κατά την επίσκεψή του στη Βενετία, για διευθέτηση οφειλών, δημιουργούσαν στην πρωτεύουσα κλίμα αγανάκτησης και απογοήτευσης προς τον απροκάλυπτα δυτικόφιλο Ιωάννη. Ο Ανδρόνικος δε φανέρωσε έμπρακτα τις προθέσεις του. Όμως αδράνησε προκλητικά, όταν ουσιαστκά ο πατέρας του ήταν όμηρος των Βουλγάρων (Βίντιν, 1366) και χρειάστηκε η επέμβαση του Αμεδέου της Σαβοΐας (ξαδέλφου του Ιωάννη), αλλά και όταν ο Ιωάννης ζήτησε οικονομική βοήθεια, ενώ βρισκόταν στη Βενετία, και τελικά η συνδρομή του ευπειθούς Μανουήλ έδωσε τη λύση. Επιπρόσθετα, οι σχέσεις πατέρα-πρωτότοκου γιου ψυχράθηκαν περισσότερο επειδή ο Ιωάννης συμφώνησε με τους Βενετούς την παραχώρηση της νήσου Τενέδου, μήλου της έριδας μεταξύ των μεγάλων ιταλικών ναυτικών δυνάμεων, Βενετίας και Γένοβας, με την οποία συνεργαζόταν μυστικά ο Ανδρόνικος.
Η σύγκρουση με την πατρική εξουσία 
Η πρώτη, όμως, ένοπλή του προσπάθεια το 1373 απέτυχε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να φυλακιστεί μαζί με το γιο του, αφού τιμωρήθηκαν με τύφλωση. Η εκτέλεση της εντολής δεν επέφερε βέβαια πλήρη τύφλωση, μιας και σε διάστημα σχεδόν δύο χρόνων η όραση των κρατουμένων επανήλθε σε τέτοια επίπεδα, ώστε να διεκδικήσουν την εξουσία. Με τη βοήθεια, λοιπόν, των Γενουατών απέδρασε ο Ανδρόνικος και οργάνωσε πραξικόπημα που πέτυχε (Μάιος του 1376). Συνέλαβε και φυλάκισε τον Ιωάννη και τον αδελφό του Μανουήλ. Κάθισε, επομένως, στο θρόνο από το 1376 μέχρι το 1379, παρεμβάλλοντας τη βασιλεία του σε αυτή του πατέρα του. Το 1379 Ιωάννης και Μανουήλ απελευθερώθηκαν πιθανόν από τους Τούρκους και τους Βενετούς, σταθερά εχθρούς του Ανδρόνικου, λόγω της φιλικής προς τους Γενουάτες πολιτικής του. Μετά από συμβιβασμό, στον Ανδρόνικο αποδόθηκε ο τίτλος του συναυτοκράτορα και του παραχωρήθηκε μια περιοχή στη Σηλυμβρία, καθώς και δικαίωμα διαδοχής στο βυζαντινό θρόνο από το γιο του Ιωάννη. Πέθανε το 1385 στις 28 Ιουνίου.