Εντυπωσιακά ευρήματα από νεκροταφείο της Αρχαϊκής εποχής αποδεικνύουν τη συνέχεια της Ιστορίας στη Μακεδονία.
Ο αρχαίος οικισμός του Αρχοντικού έχει τη μορφή
Τούμπας-Τράπεζας και ιδρύθηκε στο σταυροδρόμι των βασικών οδικών
αξόνων της Κάτω Μακεδονίας (4,5 χλμ. ΒΔ της Πέλλας). Η κατοίκησή του
ήταν διαρκής από την αρχή της Νεολιθικής εποχής ως και την
Υστεροβυζαντινή, αλλά από τα προϊστορικά χρόνια ως το τέλος του 5ου
αιώνα π.Χ., όταν η Πέλλα επιλέχθηκε από τον Αρχέλαο ως νέα πρωτεύουσα
της Μακεδονίας, υπήρξε το σημαντικότερο οικιστικό κέντρο της Βόρειας
Βοττιαίας (χώρα των Βουκόλων, ανάμεσα στα βουνά Πάικο και Βέρμιο και
στους ποταμούς Αξιό και Αλιάκμονα), η οποία εντάχθηκε έπειτα από τα μέσα
του 7ου αιώνα π.Χ. στην κοιτίδα του μακεδονικού κράτους.
Ο οικισμός ερευνάται από το 1992 με τη συνεργασία της ΙΖ΄ ΕΠΚΑ και του
Προϊστορικού Τομέα της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ ενώ από το 2000
άρχισε επίσης υπό τη διεύθυνση των αρχαιολόγων Παύλου και Αναστασίας
Χρυσοστόμου η σωστική ανασκαφή του δυτικού νεκροταφείου του οικισμού,
που είναι το μεγαλύτερο και το σημαντικότερο αφού έχει έκταση 200
στρεμμάτων. Το μέγεθός του οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο οικισμός απέκτησε
πρώιμα τον χαρακτήρα πόλης και έγινε ένα από τα λίκνα των Μακεδόνων.
Ενδεχομένως μάλιστα πρόκειται για την Τύρισσα, η οποία αναφέρεται από
τον ρωμαίο ιστορικό Τίτο Λίβιο (ΙV, 34) ως πόλη ανάμεσα στην Πέλλα και
στην Κύρρο ενώ από τον γεωγράφο Κλαύδιο Πτολεμαίο (ΙΙΙ, 12, 36) ορίζεται μετά την Ευρωπό.
Οι ταφές που ερευνήθηκαν τη δεκαετία 2000-2010 σε έκταση περίπου
έντεκα στρεμμάτων ανέρχονται στις 1.004. Οι 259 χρονολογούνται από την
Υστερη Εποχή του Σιδήρου (β μισό 7ου αι. - 580 π.Χ.), οι 475 από την Αρχαϊκή εποχή (580-480 π.Χ.) και οι 262 στα κλασικά και πρώιμα ελληνιστικά χρόνια (480-279 π.Χ.) ενώ άλλες οκτώ είναι αδιάγνωστες. Ο αριθμός των αρχαϊκών τάφων,
ωστόσο, ο πλούτος και η ποιότητα των κτερισμάτων τους επιβάλλουν τη
διεξοδικότερη παρουσίασή τους.
ΣΙΔΗΡΟΦΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΔΡΕΣ
Στα
αρχαϊκά χρόνια οι ενταφιασμοί γίνονταν κυρίως σε λακκοειδείς τάφους ενώ
οι καύσεις είναι περιορισμένες. Οι νεκροί ενταφιάζονταν σε ύπτια θέση
σε ξύλινες σαρκοφάγους, oι γυναίκες με την κεφαλή στα ανατολικά,
βόρεια ή νότια (ποτέ στα δυτικά), ενώ αντίθετα οι άνδρες με την κεφαλή
στα δυτικά, βόρεια ή νότια (ποτέ στα ανατολικά).
Η ποικιλία, η ποιότητα και ο πλούτος των ταφικών δώρων αποδεικνύουν
όχι μόνο την ύπαρξη κοινωνικής διαφοροποίησης αλλά και τη σημασία που
απέδιδε η κοινότητα στην πράξη της ταφής. Στις ανδρικές ταφές κυριαρχεί η
«σιδηροφορία», γνωστή επίσης σε Θεσσαλούς και Ηπειρώτες κατά το ίδιο
διάστημα. Αναλόγως του αριθμού των όπλων και των λοιπών κτερισμάτων
κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες:
Στην πρώτη εντάσσονται οι πολεμιστές που θάφτηκαν με σιδερένιες αιχμές
δοράτων, μαχαίρι και λίγα άλλα κτερίσματα. Στη δεύτερη κατηγορία
προστίθενται το ξίφος, πήλινα και χάλκινα αγγεία και κοσμήματα. Στην
τρίτη, οι πολεμιστές
συνοδεύονται επιπλέον
με χάλκινο κράνος διακοσμημένο μερικές φορές με χρυσές ταινίες, χρυσό
διάδημα-στέμμα ή χρυσό επιστόμιο και χρυσά εποφθάλμια, που
υποκαθιστούν τις χρυσές μάσκες. Χρυσά ελάσματα στολίζουν τον υπόλοιπο
οπλισμό τους (ξίφος, δερμάτινο θώρακα και «χειρόκτιο»), τα ενδύματα και
τα υποδήματα. Επιπλέον είναι κτερισμένοι με χρυσά και αργυρά
δακτυλίδια, μεταλλικές περόνες και άλλα αντικείμενα. Συμβολικό
χαρακτήρα εξάλλου φαίνεται ότι είχαν τα σιδερένια ομοιώματα από
αγροτικές άμαξες, έπιπλα και οβελούς με τους κρατευτές τους, που
συνοδεύουν τους πολεμιστές της τρίτης και της τέταρτης κατηγορίας.
Το πρόσωπο των πολεμιστών της τέταρτης κατηγορίας καλύπτει χρυσή μάσκα
και σπανιότερα χρυσό ορθογώνιο έλασμα ή μεγάλο επιστόμιο ενώ στον
οπλισμό τους προστίθεται η ασπίδα και αυξάνονται τα κτερίσματα.
Τα 11 από τα 45 χάλκινα κράνη μακεδονικού τύπου που βρέθηκαν στο
νεκροταφείο (άλλα 39 έχουν συληθεί) διακοσμούνται με χρυσά ελάσματα.
Τρία κράνη με «ιλλυριοκορινθιακά» χαρακτηριστικά φέρουν στη μετωπική
ζώνη εγχάρακτα αντωπά λιοντάρια, δηλωτικό μοτίβο στρατιωτικών
αξιωματούχων. Οι χάλκινες ασπίδες δύο πολεμιστών είναι μικρές, του
τύπου του «καρδιοφύλακος», ενώ άλλων έξι αργείτικες.
Η ΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ
Οι
γυναίκες των πολεμιστών ήταν ενταφιασμένες με τη στολή του γάμου. Και
εδώ το χρυσό επιστόμιο και τα «εποφθάλμια» υποκαθιστούσαν τις μάσκες,
που εμφανίζονται στις δέσποινες της τέταρτης κατηγορίας.
Από τα χρυσά ταινιωτά διαδήματα ξεχωρίζουν
τα δύο της δέσποινας του «τάφου Τ 458» με παραστάσεις έφιππου κυνηγού
και άγριων ζώων. Σε τρεις περιπτώσεις το πρόσωπο της νεκρής καλυπτόταν
με χρυσή μάσκα. Ειδικά στη θέση των ματιών της μάσκας της δέσποινας
του «τάφου Τ 458» υπάρχει παράσταση με τετράκτινα αστέρια-ήλιους ενώ
στην περιοχή του στόματος, επιστόμιο με αιλουροειδή και δελφίνια, που
μαζί με τα αστρικά σύμβολα, τα φυτικά και τα γεωμετρικά μοτίβα
διαμορφώνουν μια εντυπωσιακή σύνθεση. Τα σκουλαρίκια ήταν από
χρυσό, άργυρο και χαλκό ενώ τα περιδέραια φέρουν χρυσές, αργυρές,
κεχριμπαρένιες, φαγεντιανές, γυάλινες, λίθινες ή οστέινες ψήφους ή
περίαπτα (χρυσά ή αργυρά). Μια από τις ασημένιες αλυσίδες που κρέμονταν
στο στήθος φέρει δαιδαλικές κεφαλές της Πότνιας Θηρών και καθιστά
λιοντάρια ενώ εντυπωσιακές είναι ασημένιες ή χρυσές περόνες.
Χρυσά ελάσματα διακοσμούσαν τα ενδύματα και τα υποδήματα, μερικές φορές
με παραστάσεις κοσμολογικού περιεχομένου, παραπέμποντας υπαινικτικά σε
θρησκευτικό συμβολισμό και μεταθανάτιες αντιλήψεις. Συμπυκνώνουν δηλαδή
την ιδέα του περάσματος της ψυχής της νεκρής από την παρούσα ζωή στην
Αλλη ζωή, στα Ηλύσια, τόπο αναψυχής των νεκρών. Στα υπόλοιπα κτερίσματα
περιλαμβάνονται ειδώλια και πλαστικά αγγεία πήλινα ή χάλκινα από την
Ιωνία, τη Σάμο, τη Ρόδο, την Αθήνα και την Κόρινθο.
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ
Το
είδος, η ποσότητα και η ποιότητα των κτερισμάτων αυτών των τάφων
αποδεικνύουν την ακμάζουσα και ευημερούσα κοινωνία του Αρχοντικού, τον
ηρωικό χαρακτήρα της και τον ηγετικό ρόλο ορισμένων οικογενειών της
στρατιωτικής αριστοκρατίας, που ήλεγχαν και ρύθμιζαν την ανταλλαγή των
αγαθών ασκώντας ένας είδος οικονομικής εξουσίας, ικανής να αποδώσει
εξαιρετικά πλούσια αγαθά πολιτισμού.
Η
ανασκαφική έρευνα έχει δείξει ότι οι πλούσιοι αρχαϊκοί τάφοι του
Αρχοντικού και των άλλων αστικών κέντρων του Μακεδονικού Βασιλείου
χρονολογούνται από την αρχή της Μέσης Κορινθιακής Περιόδου (580-560
π.Χ., περίοδος της βασιλείας του Αλκέτα, παππού του Αλεξάνδρου Α΄).
Επειτα από αυτό το χρονικό όριο επιβεβαιώνεται η πρόσβαση του
πληθυσμού σε είδη πολυτελείας και προκύπτει η ανάπτυξη της μακεδονικής
κοινωνίας με πολυσύνθετες μορφές οργάνωσης στη διοίκηση, στο στρατό και
στην οικονομία. Η πλειοψηφία των Μακεδόνων μετά την επέκτασή τους ως
τον Αξιό προχώρησε από τη μετακινούμενη κτηνοτροφία στην καλλιέργεια
της εύφορης αγροτικής γης και στη μόνιμη εγκατάσταση σε ανεπτυγμένους
οικισμούς χάρη στην ηγετική ικανότητα των βασιλέων, στη στρατιωτική
τους οργάνωση και στην εισαγωγή της τεχνολογίας και της τακτικής του
πολέμου των νότιων Ελλήνων, δύο αιώνες πριν από τον Φίλιππο Β΄ και τον
Αλέξανδρο Γ΄.
ΔΡ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΚΑΙ ΔΡ ΠΑΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΙΖ
ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
ΠΗΓΗ: www.vimaideon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου